Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2016

Συζητώντας με την συγγραφέα Κλαίρη Θεοδώρου!

    Η Κλαίρη Θεοδώρου, με αφορμή την κυκλοφορία του νέου της πονήματος, απαντά στο ερωτηματολόγιο των ΒιβλιοΑναφορών και μας παρουσιάζει την «Αποικία της λήθης», η οποία και κυκλοφορεί ήδη από τις 6 Οκτωβρίου από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
   Την ευχαριστώ θερμά για την παραχώρηση της παρούσας συνέντευξης, η οποία και φυσικά αποτελεί μεγάλη τιμή για το blog και για εμένα προσωπικά.
      Απολαύστε την…. και γνωρίστε λίγο παραπάνω την άνθρωπο και συγγραφέα Κλαίρη Θεοδώρου!

1. Από τις 6 Οκτωβρίου το νέο σας πόνημα,  «Η αποικία της λήθης», απέκτησε μια θέση στις προθήκες των βιβλιοπωλείων! Αφού σας ευχηθώ να είναι καλοτάξιδο, θα σας ζητήσω να μας το παρουσιάσετε με τον δικό σας μοναδικό τρόπο. 

Στο επίκεντρο του βιβλίου «Η Αποικία της Λήθης» βρίσκεται το Ψυχιατρείο της Λέρου ή αλλιώς η «Αποικία Ψυχοπαθών Λέρου», όπως ήταν η ονομασία του Θεραπευτηρίου κατά την ίδρυσή του, καθώς και η κοινή πρακτική που υπήρχε να καταλήγουν εκεί άνθρωποι ξεχασμένοι από τους πάντες, άτομα που δεν αντιμετώπιζαν κανένα ψυχιατρικό πρόβλημα, αλλά που ήταν απλά ανεπιθύμητα στην ίδια την οικογένειά τους. Επρόκειτο για απόκληρους, κοινωνικά στιγματισμένους – κλέφτες, επιληπτικούς, βαριά σωματικά ανάπηρους – που η ντροπή που προκαλούσαν στις οικογένειες του ήταν τέτοια, που επέβαλε την αποπομπή τους όσο πιο μακριά γινόταν, κάπου που να μη τους έβρισκε ποτέ κανείς, στη Λέρο. Παράλληλα το βιβλίο πραγματεύεται την ιστορία μιας οικογένειας από τη Ρόδο, που η μοίρα και το ριζικό της εμπλέκεται με τον μελανό κόσμο της «Αποικίας».  Βαριά οικογενειακά μυστικά και ανίερα ερωτικά πάθη καθιστούν τη σχέση της Έλλης, της πρωταγωνίστριας του βιβλίου, με τον πατέρα της εξαιρετικά δυσλειτουργική. Μετά το θάνατο του δεύτερου ξεκινά λοιπόν για την Έλλη ένα ταξίδι αναζήτησης: της αλήθειας και της πραγματικής οικογενειακής της ιστορίας. Γιατί μονάχα γνωρίζοντας το παρελθόν, μπορεί να σταθεί στα πόδια της στο παρόν και να σχεδιάσει το μέλλον.

2. Ποιο ήταν το πρώτο ερέθισμα που έπλασε στο μυαλό σας την υπόθεση του νέου σας βιβλίου;

Συνδυασμός δύο ερεθισμάτων με οδήγησαν στη συγγραφή αυτού του βιβλίου. Αρχικά μια παλιά, ασπρόμαυρη, γαμήλια φωτογραφία, που τυχαία ανακάλυψα, καθώς ήταν εσκεμμένα καταχωνιασμένη σε κάποια ντουλάπα στο πατρικό σπίτι του παππού μου στο χωριό. Στη φωτογραφία αυτή απεικονιζόταν ένα νιόπαντρο νεαρό ζευγάρι – η αδερφή του παππού μου νύφη, προφανώς μαζί με τον σύζυγό της –  σε μία από αυτές τις κλασσικές γαμήλιες πόζες μιας άλλης εποχής. Η γυναίκα, πανέμορφη και λαμπερή μέσα στο κατάλευκό της νυφικό χαμογελούσε ευτυχισμένη στο φακό κρεμασμένη από το μπράτσο του άντρα. Του γαμπρού η μορφή όμως ήταν εξαφανισμένη, αφού είχε καλυφθεί  όλη, μουτζουρωμένη με μαύρο ανεξίτηλο μελάνι. Ακόμα θυμάμαι πως είχα ανατριχιάσει, όταν είχα πρωτοδεί αυτήν τη φωτογραφία. Ποιο μίσος θα μπορούσε να σπρώξει έναν άνθρωπο να προβεί σε μια τέτοια κίνηση, να θελήσει τόσο πολύ να εξαφανίσει κάποιον από προσώπου γης, ώστε να νιώσει την ανάγκη να τον εξαλείψει δια παντός ακόμα και από μια γαμήλια φωτογραφία; Το δεύτερο ερέθισμα ήταν μια από τις πολλές επισκέψεις μου στη Λέρο – αυτήν τη φορά για περισσότερο χρονικό διάστημα απ’ ότι τις προηγούμενες – κατά την οποία είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω με κόσμο και να γοητευτώ εκ νέου από την απίστευτη ιστορία και την ενέργεια του συγκεκριμένου τόπου και κυρίως του Κρατικού Θεραπευτηρίου Λέρου. Έτσι άρχισα να πλάθω μέσα μου το σενάριο, την ιστορία του βιβλίου αυτού συνθέτοντας αναδυόμενες μνήμες, βιώματα και πλαστές επινοήσεις και εντάσσοντάς τα, μετά την επίσκεψή μου αυτή στη Λέρο στο κατάλληλο, κατά τη γνώμη μου, σκηνικό.

3. Ποιος από τους ήρωες του νέου σας βιβλίου είναι ο αγαπημένος σας; Και ποιος σας ‘’ταλαιπώρησε’’, είτε ψυχολογικά, αφού απείχε πολύ από τον δικό σας ψυχισμό, είτε τεχνικά, να τον αποτυπώσετε στο χαρτί;

Είναι δύσκολο να μιλήσω για έναν «αγαπημένο» ήρωας, αφού όλους τους χαρακτήρες στο βιβλίο τους έχω στην ουσία γεννήσει, τους έχω δώσει σάρκα και οστά και έχουν στοιχεία, άλλοτε πολλά και άλλοτε λιγότερα του εαυτού μου και των εμπειριών και βιωμάτων μου. Αν ωστόσο έπρεπε να επιλέξω κάποιον, θα έλεγα την Έλλη. Είναι ένα άτομο που έχει ταλαιπωρηθεί από τα πάθη και τις αδυναμίες των γονιών, απομονωμένο και καταδικασμένο στην άγνοια και στη μοναξιά, στερημένο από αγάπη, που είναι τόσο πολύτιμη, ειδικά στα πρώτα χρόνια της ζωής ενός ανθρώπου. Και πέρα από όλα αυτά η Έλλη είναι η μόνη στην ιστορία αυτή που πραγματικά δεν φέρει μερίδιο ευθύνης για την τροπή που πήραν τα γεγονότα στην οικογένειά της. Περισσότερο με ταλαιπώρησε ο Άλκης, όχι τόσο  γιατί μου ήταν δύσκολο να μπω στον ψυχισμό του πάθους του, όσο γιατί η προσωπική του ιστορία έπρεπε να ενταχθεί σε πλαίσια υπαρκτά, συνδεδεμένη με την ιστορία ενός Ιδρύματος. Κάτι που απαιτούσε χρονοβόρα, προσεκτική και εμπεριστατωμένη έρευνα, καθώς και αναζήτηση αλλά και διασταύρωση στοιχείων από διάφορες πηγές.

4. Διαβάζοντας ένα βιβλίο ψάχνω πάντα κάτω από τις λέξεις τα μηνύματα που ίσως θέλει ο συγγραφέας να μεταφέρει στους αναγνώστες του. Μπορείτε να μοιραστείτε μαζί μας ένα μήνυμα που οι κεντρικοί σας ήρωες θέλουν οπωσδήποτε εμείς οι αναγνώστες να το ''παραλάβουμε'';

Να ζουν και να απολαμβάνουν κάθε στιγμή της ζωής σαν να μην υπάρχει αύριο. Να αποδέχονται με ευγνωμοσύνη και τις όμορφες αλλά και τις δύσκολες πλευρές της, γιατί αυτές είναι κυρίως που μας διαμορφώνουν και δείχνουν τον πραγματικό εαυτό που κρύβουμε μέσα μας και που μερικές φορές ούτε οι ίδιοι συνειδητοποιούμε ότι υπάρχει. Να μην αφήνουμε τις καταστάσεις να μας νικούν, αλλά να το παλεύουμε μέχρι τέλους, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού μας εκείνο το «ό,τι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό». Και πέρα από αυτό κανείς πρέπει να αναζητά και να καθοδηγείται πάντα στη ζωή του από την αλήθεια, όσο σκληρή και δύσκολη κι αν είναι αυτή. Δεν είναι τα γεγονότα αυτά καθεαυτά που προκαλούν τη μεγαλύτερη ζημιά στους ανθρώπους, είναι το ψέμα και τα μυστικά εκείνα που γκρεμίζουν σχέσεις και καταστρέφουν οικογένειες. Άλλωστε αυτό το αποδεικνύουν έμπρακτα και οι δύο βασικοί ήρωες της ιστορίας, η Έλλη και ο Άλκης.

5. Πείτε μας τα συναισθήματα ή τις σκέψεις που σας συντρόφευαν την στιγμή που γράφατε την λέξη Τέλος στην «Αποικία της Λήθης».

Από τη μία λύτρωση και ανακούφιση, αφού ο «τοκετός» είχε ολοκληρωθεί και θα γεννιόταν πια αυτό που επί χρόνια με βασάνιζε και κυοφορούσα στο μυαλό μου σαν ιδέα, από την άλλη θλίψη, γιατί μαζί με τη λέξη «τέλος» έρχεται πάντα και ο αποχωρισμός: από μια πραγματικότητα κι έναν κόσμο που επί πολύ καιρό μονοπωλεί την καθημερινότητα σου. 

6. Ποια επίθετα θα χρησιμοποιούσατε για να προσδιορίσετε το βιβλίο σας;

Δεν είναι εύκολο για ένα συγγραφέα να χαρακτηρίσει ο ίδιος τα γραπτά του, να τους βάλει ετικέτες.  Ούτε στόχος μου είναι η διαφήμιση, η αυτοπροβολή ή η ένταξη του μυθιστορήματος σε κάποιο λογοτεχνικό ρεύμα. Έζησα για τρία περίπου χρόνια στη δίνη αυτής της ιστορίας, συμπάσχοντας στο πλευρό των ηρώων μου, ξενυχτώντας και αγωνιώντας μαζί τους και δεν μετανιώνω λεπτό για το χρόνο και τον κόπο που αφιέρωσα σε αυτό το εγχείρημα. Αφήνω λοιπόν ανεπηρέαστο το κοινό να χαρακτηρίσει το βιβλίο αυτό και να επιλέξει αν θα το αγκαλιάσει ή όχι. Τα πρώτα μηνύματα πάντως που λαμβάνω είναι πολύ θετικά.

7. Θα θέλατε να μας πείτε δυο λόγια για τα προηγούμενα έργα σας;

Έχω γράψει δύο μυθιστορήματα πριν από την «Αποικία της λήθης». Το πρώτο με τον τίτλο “Salvadera” έχει στο επίκεντρο τα όνειρα και μάλιστα τα επαναλαμβανόμενα. Βασίζεται στην ουσία σε μια ιδέα που είχα από παιδί, πώς αν κάποιος δηλαδή κατάφερνε να βρίσκεται κάθε βράδυ στον ύπνο του στον ίδιο χωροχρόνο και να εξελίσσει τα όνειρά του κατά βούληση, τότε θα είχε τη δυνατότητα να ζει στην πραγματικότητα μια δεύτερη ζωή, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα του. Έτσι η ηρωίδα ακροβατώντας ανάμεσα στον πραγματικό και ονειρικό κόσμο κατορθώνει να νικήσει, αλλά τελικά και να νικηθεί από μια τραγική πραγματικότητα. 
Το δεύτερο μυθιστόρημά μου έχει τίτλο «Globus». Πρόκειται για την ιστορία πέντε εντελώς διαφορετικών γυναικών σε πέντε επίσης διαφορετικές πόλεις του πλανήτη. Παρόλο που το χάσμα ανάμεσα στον τρόπο ζωής τους, στην καθημερινότητα, στην κουλτούρα ακόμα και στη θρησκεία είναι τεράστιο, τελικά, όταν στο τοπίο εμπλέκεται ο έρωτας, όλες τους θέλουν το ίδιο και το αυτό. Να ζήσουν ευτυχισμένες και ισότιμες, ελεύθερες από κοινωνικές νόρμες και από οποιονδήποτε καταναγκασμό. Και τελικά οι πέντε αυτές ιστορίες γίνονται μία: η μία και μοναδική που αντιπροσωπεύει κάθε γυναίκα, σε κάθε γωνιά του πλανήτη, αυτή που αναζητά τον έρωτα και την ευτυχία, την ισορροπία στη ζωή .

8. Ποιος διαβάζει για πρώτη φορά το βιβλίο σας ή κάποιες από τις πρώτες σελίδες του από το οικείο περιβάλλον σας; Δέχεστε την όποια κριτική του και επηρεασμένη από αυτή σπεύδετε να διορθώσετε τις όποιες παρατηρήσεις του -αν φυσικά υπάρχουν!- ή είστε ‘’αμετακίνητη’’ σε ότι έχετε γράψει;

Τα βιβλία μου διαβάζουν πάντα πριν τυπωθούν οι πιο κοντινοί μου άνθρωποι, δηλαδή ο σύζυγος μου και οι γονείς μου. Και οι τρεις τους είναι οι πιο αυστηροί κριτές. 
Εμπιστεύομαι  όμως απόλυτα την κρίση τους, δέχομαι τις παρατηρήσεις τους και είμαι τυχερή που τους έχω. Χρειάζεται πάντα μια διαφορετική ματιά, μια δεύτερη γνώμη.

9. Πότε ήρθε η συγγραφή στην ζωή της Κλαίρης Θεοδώρου; Ποια ανάγκη τής ικανοποιεί;

Έγραφα πάντα, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, από παιδάκι στην ουσία. Ήταν ένα είδος ψυχικής ανάγκης, ένας τρόπος έκφρασης απαραίτητος στην καθημερινότητά μου. Απλά ποτέ ως ένα σημείο δεν είχα σκεφτεί να προχωρήσω ένα βήμα παραπέρα, να επικοινωνήσω μέσα από τα γραπτά μου με τον κόσμο. Σε κάποια πολύ δύσκολη στιγμή της ζωής μου, το 2007, έπεσα στη συγγραφή με τα μούτρα. Είχα ανάγκη να ξεχαστώ, να βυθιστώ σε έναν κόσμο διαφορετικό, ξένο στα προβλήματα της καθημερινότητάς μου. Και κάπως έτσι η μια σελίδα έφερε την άλλη και γεννήθηκε το πρώτο μου μυθιστόρημα με τον τίτλο “Salvadera”. Και με αυτό το βιβλίο άνοιξε στην ουσία για εμένα ένας δρόμος. Γιατί πλέον η ανάγκη μου να γράφω έπαψε να είναι απλά εσωτερική, τώρα πια τα γραπτά μου είχαν βγει στον έξω κόσμο. Τον ίδιο αυτό δρόμο εξακολουθώ να διαβαίνω ακόμα σήμερα και είμαι βέβαιη πως θα είναι μακρύς. Γιατί πλέον μου είναι αδύνατο να φανταστώ την καθημερινότητά μου χωρίς τη συγγραφή, δεν μπορώ να εγκλωβίσω τις ιστορίες που αφυπνίζονται μέσα μου, να τις καταδικάσω στην αφάνεια.

10. Μέσα στο γραπτό σας βάζετε αυτοβιογραφικά στοιχεία; Και όταν λέω αυτοβιογραφικά στοιχεία δεν εννοώ απαραίτητα προσωπικά γεγονότα αλλά μυρωδιές, εικόνες, συναισθήματα.

Δεν θα μπορούσα ποτέ να γράψω για κάτι που δεν αποτελεί για μένα αναπόσπαστο κομμάτι της προσωπικότητάς μου. Όχι μόνο γεγονότα, μυρωδιές, εικόνες, συναισθήματα, αλλά οτιδήποτε συνθέτει τον ψυχισμό, όλες οι αισθήσεις και οι εμπειρίες ανακαλούνται κατά τη συγγραφή. Τότε η μνήμη αλλά και η λήθη όχι απλά συνεργάζονται, αλλά είναι αναπόσπαστα δεμένες η μία με την άλλη. Κι αυτό γιατί δεν υπάρχει καλύτερη μνήμη από τη λήθη, αφού ό,τι θεωρούμε ως λήθη είναι αυτό που έχει εγγραφεί ανεξίτηλα για πάντα στο υποσυνείδητο και βρίσκεται καλά κρυμμένο εκεί μέχρι που να το χρειαστεί η μνήμη και να το ανακαλέσει.

11. Εσείς κατευθύνετε τους ήρωες ή ήρωες εσάς κατά την γραφή;

Η σχέση αυτή είναι αμφίρροπη και αμφίδρομη, αφού πλάθοντάς τους τούς κατευθύνεις, αλλά κάποια στιγμή ασυνείδητα γίνονται τόσο αυτόνομοι και υπαρκτοί που πια σε κατευθύνουν εκείνοι. Και αυτή ακριβώς είναι η γοητεία για τον δημιουργό:  μέσα από το έργο του βρίσκει αναπάντεχες διεξόδους, δίνει λύσεις σε στενωπούς, λυτρώνει τους ήρωες, τους βοηθά να σπάσουν τα δεσμά τους, αλλά συγχρόνως λυτρώνεται και ο ίδιος ανακουφισμένος από την κάθαρση των ηρώων του. 

12. Αλήθεια, όλοι αυτοί οι ήρωες με τους χαρακτήρες και την ιστορία τους, που πάνε μετά το τέλος της συγγραφής; Υπάρχουν σε ένα μέρος του μυαλού σας και ζουν ή ‘’εγκλωβίζονται’’ αιώνια στο χαρτί αφήνοντάς τους εκεί;

Γίνεται να ξεχάσει κανείς τα «παιδιά» του, τα δημιουργήματά του; Φυσικά και ζουν πάντα μέσα μου. Και μάλιστα όχι «εγκλωβισμένοι» στο χαρτί, αλλά σαν πρόσωπα με υπόσταση πραγματική που κάπου εξακολουθούν να υπάρχουν. Να το θέσω διαφορετικά. Ποιος ξεχνά τους αγαπημένους του λογοτεχνικούς ήρωες που υπήρξαν πρότυπα ζωής  γι’  αυτόν και του διαμόρφωσαν την προσωπικότητα και το χαρακτήρα; Πιστεύετε λοιπόν ότι είναι ποτέ δυνατόν να διαγραφούν οι μορφές αυτές από αυτόν που τις έχει φέρει στον κόσμο, στο φως; 

13 Για σας ποια στοιχεία σε ένα βιβλίο σας κάνουν να το χαρακτηρίσετε τελικά ως πραγματική Λογοτεχνία;

Εκτός από την άρτια μυθοπλαστική αφήγηση, που είναι βασικό στοιχείο σε ένα αξιόλογο λογοτεχνικό έργο, κατά τη γνώμη μου είναι εξίσου σημαντικό να είναι το έργο διαχρονικό, να μεταλαμπαδεύει αξίες και μηνύματα ζωής, να ανοίγει δρόμους, να υποδεικνύει τρόπους και στάσεις αντιμετώπισης των αντιξοοτήτων και να βοηθά τους αναγνώστες να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι μέσω της προβολής ανθρωπιστικών μηνυμάτων και τη δυνατότητα διαμόρφωσης ενός καλύτερου κόσμου.

14. Ο αγαπημένος σας σύγχρονος συγγραφέας; Και κλασσικός;

Δεν θα μπορούσα ποτέ να μιλήσω για έναν και μόνο αποκλειστικά αγαπημένο συγγραφέα. Υπάρχουν πολλά ονόματα που θαυμάζω και που απολαμβάνω πάντα να διαβάζω έργα τους. Από τους σύγχρονους ξεχωρίζω για παράδειγμα από την εγχώρια λογοτεχνία τον Γιάννη Ξανθούλη, τον Ισίδωρο Ζουργό και την Ευγενία Φακίνου, ενώ έχω ιδιαίτερη αγάπη για τους Ισπανόφωνους συγγραφείς, όπως ο Μάριο Βάργκας Λιόσα, ο Κάρλος Ρουίθ Θαφόν, η Ιζαμπέλ Αλιέντε, ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ο Χουάν Μαρσέ, ο Χούλιο Κορτάσαρ και πολλοί ακόμα άλλοι. Από τους κλασσικούς συγγραφείς  επηρεάστηκα ιδιαίτερα από τον Τζορτζ Όργουελ, τον Γκύντερ Γκρας και τον Ντοστογιέφσκι

15. Προτείνετε μας ένα βιβλίο!
                                                       
«Η Σκιά του Ανέμου» του Κάρλος Ρουίθ Θαφόν. Κατά τη γνώμη μου πρόκειται για ένα έργο μαγικό, ένα ταξίδι εξερεύνησης όχι μόνο στον κόσμο της λογοτεχνίας και της εμμονής που πολλές φορές εκείνη προκαλεί, αλλά και στον έρωτα, καθώς και στα στενά δρομάκια  και στις γειτονιές της πρωτεύουσας της Καταλονίας, της Βαρκελώνης. Ήταν τέτοιος ο αντίκτυπος του συγκεκριμένου βιβλίου μέσα μου, που με το που το τελείωσα, άρχισα να αναζητώ παθιασμένα μια ευκαιρία, μια αφορμή να κάνω ένα ταξίδι στη Βαρκελώνη. Το έκανα και ανακάλυψα την υπέροχη αυτή πόλη παρακινούμενη από μια ματιά διαφορετική, αυτή του Κάρλος Ρουίθ Θαφόν και των ηρώων του. 

16. Στο ερωτηματολόγιο μου σχεδόν πάντα ρωτώ τους συγγραφείς για τα επόμενα συγγραφικά τους βήματα. Με εσάς όμως δεν θα κάνω το ίδιο, μιας και οι ήρωες του νέου σας πονήματος φαντάζομαι πως κατακλύζουν ακόμη την σκέψη σας. Θα αρκεστώ λοιπόν στο εξής ερώτημα: Πείτε μας ένα θέμα που θα θέλατε οπωσδήποτε να ασχοληθείτε σε κάποιο από τα επόμενα βιβλία σας; 

Εδώ θα σας εκπλήξω, αφού η επόμενη συγγραφική μου απόπειρα βρίσκεται ήδη στα χέρια των Εκδόσεων Ψυχογιός. Πρόκειται για μια διαφορετική από τα προηγούμενα έργα μου ιστορία που στο επίκεντρό της έχει τις κοινωνικές διακρίσεις που υφίστανται άτομα με αναπηρία, τον ανεκπλήρωτο έρωτα και τη μοναξιά: τόσο ως κινητήρια δύναμη όσο και ως  καταδίκη.

17. Κλείνοντας, και αφού σας ευχαριστήσω θερμά για τον χρόνο που διαθέσατε να απαντήσετε στις ερωτήσεις μου, θα ήθελα να δώσετε ένα μήνυμα στους αναγνώστες σας.

Θα ήθελα να τους ευχηθώ να αναζητούν το φως στη ζωή τους και να μάθουν να αποδέχονται και να αγαπούν τον εαυτό τους, να μην είναι «δήθεν». Και κυρίως να διατηρούν την παιδικότητά τους και να μην αλλοτριώνονται. Τέλος να αντιμετωπίζουν τους δύσκολους καιρούς που διανύουμε με το κεφάλι ψηλά και φυσικά πάντα με ένα καλό βιβλίο στο χέρι. Γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερο βάλσαμο, παρηγοριά και λύτρωση από τις δυνατότητες που μας χαρίζει απλόχερα η καλή λογοτεχνία.

*****

Η αποικία της λήθης

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

Λέρος 1975. Ένα αρματαγωγό του Πολεμικού Ναυτικού προσεγγίζει το λιμάνι του μικρού, ακριτικού νησιού. Μέσα του, δεμένοι χειροπόδαρα, άντρες και γυναίκες, επιβάτες σε ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή με προορισμό την «Αποικία», όπως αποκαλούν οι ντόπιοι το ίδρυμα, που, παρά την αποστροφή που τους προκαλεί, τους εξασφαλίζει το ψωμί τους. 

Ανάμεσα στα ανθρώπινα ράκη που καταφθάνουν στο νησί είναι και ο δεκαεξάχρονος Άλκης. Ο δικός του εγκλεισμός όμως, όπως και κάποιων άλλων που νοσηλεύονται στη Λέρο, ουδεμία σχέση έχει με κάποια ψυχική ασθένεια. Οικογενειακά μυστικά που δεν μπορούν να βγουν στο φως της συντηρητικής κοινωνίας, ανίερα ερωτικά πάθη και αναπηρίες κάθε μορφής θάβονται εκεί μια για πάντα. Άνθρωποι ξεγραμμένοι, με το κλειδί της τύχης τους πεταμένο στα αζήτητα, καλούνται να συμβιώσουν σε ένα περιβάλλον εχθρικό και τρομακτικό συνάμα. 

Χρόνια αργότερα, η νεαρή Έλλη προσπαθεί απεγνωσμένα να ξεδιαλύνει το θολό παρελθόν της οικογένειάς της. Εγκλωβισμένη σε έναν κυκεώνα σκοτεινών μυστικών, αμφιταλαντεύεται μεταξύ αλήθειας και ψέματος, έρωτα και απελπισίας. Η Έλλη παλεύει να καταλάβει, να συγχωρέσει, να προχωρήσει. Μονάχα όμως η αλήθεια, όσο σκληρή κι αν είναι, μπορεί να της χαρίσει μια φυσιολογική ζωή. Γιατί «είναι πολύ άσχημο να μην έχει κανείς μέλλον, είναι όμως κυριολεκτικά αφόρητο το να μην έχει παρελθόν».

Βιογραφία Συγγραφέως:

Η ΚΛΑΙΡΗ ΘΕΟΔΩΡΟΥ γεννήθηκε στην Ελλάδα και πέρασε τα πρώτα παιδικά της χρόνια στη Γερμανία. Ζει στην Αθήνα με τον άντρα της και τα τέσσερα σκυλιά τους και λατρεύει τα ταξίδια. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και έχει πραγματοποιήσει μεταπτυχιακές σπουδές στη Διδακτική Ξένων Γλωσσών και την Εκπαιδευτική Αξιολόγηση. Επίσης έχει σπουδάσει φωτογραφία κι έχει εργαστεί ως φωτογράφος και συντάκτρια σε ελληνικά περιοδικά. Σήμερα εργάζεται σε σχολεία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ενώ παράλληλα ασχολείται με την καλλιτεχνική φωτογραφία, συμμετέχοντας σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις.
Έργα της: Η ΑΠΟΙΚΙΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣ, SALVADERA και GLOBUS.

Δήμητρα Κωλέτη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου