‘’Τώρα που είμαι νεκρή, σαβανωμένη μες στο φέρετρο, ντυμένη με το καλό μου λευκό φόρεμα, τώρα που βρίσκομαι στο ψυγείο του νεκροθαλάμου και περιμένω να ξημερώσει η μέρα της κηδείας μου, τώρα που έχω πάρει την άγουσα για τον τόπο όπου δεν υπάρχει - όπως λένε- οδύνη, λύπη και στεναγμός, τώρα νιώθω πιο ελεύθερη από ποτέ. Ελεύθερη να τριγυρίσω τα εβδομήντα χρόνια της ζωής μου. Να πάω μπρος και πίσω, να σταθώ σε γεγονότα- σταθμούς, κρίσιμες αποφάσεις που πήρα εγώ ή που έλαβαν άλλοι για μένα, να τα αντικρίσω όλα σφαιρικά και πεντακάθαρα’’ (σελ.13)
Αυτή είναι η Νίκη του Χρήστου Χωμενίδη, η ηρωίδα του ομότιτλου βιβλίου του που όπως αναφέρει ο συγγραφέας στο εισαγωγικό του σημείωμα πρόκειται για την μητέρα του, η οποία παίρνει μορφή στα χέρια του, γίνεται πνεύμα, αερικό και μας αφηγείται την ιστορία ζωής της σε α' πρόσωπο γυρίζοντας μας πίσω στην Ελλάδα της Κατοχής, των Δεκεμβριανών, του Εμφυλίου, των εξόριστων και της βαθιάς παρανομίας.
Ο συγγραφέας παίρνει τα νήματα από το κουβάρι της μυθοπλασίας και από αυτό της ιστορικής ακρίβειας και τα ενώνει με τρόπο έντεχνο δημιουργώντας μια αφήγηση που μας παρασύρει με ύφος κινηματογραφικό τόσο στην ιστορία της Νίκης όσο και σ' αυτή της Ελλάδας ξεκινώντας από την Μικρασιατική Καταστροφή και φτάνοντας στην δεκαετία του '50.